Του Γιώργου Σταματόπουλου
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η δημοσιογραφία έχει χάσει την αίγλη της, τον ελεγκτικό της ρόλο, την κοινωνική της αποστολή· έχει ξεχάσει την καταγωγή της δηλαδή.
Οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι συντελέσαμε σ' αυτή τη δραματική απώλεια, υποκύπτοντες στα μαγνάδια του καπιταλισμού (ταχύτατος πλουτισμός, αναγνώριση κοινωνική (!), πρόσβαση στον επιχειρηματικό κόσμο και στα υψηλά δώματα της εξουσίας, δωρεάν υπερατλαντικά ταξίδια, κοσμοπολιτισμός και λοιπά). Αποδεχτήκαμε τους νόμους της ελεύθερης αγοράς και δεν αντιδράσαμε όταν συνάδελφοί μας, στο ίδιο μέσον παρακαλώ, αμείβονταν με αστρονομικά ποσά, αδικαιολόγητα για τις γνώσεις τους και τον ρόλο τους. Οι πολλοί όχι μόνο δεν αντιδράσαμε, αλλά το θεωρούσαμε και φυσιολογικό(!).
Τα κοινωνικά κινήματα παραμελήθηκαν, οι μειονότητες χλευάστηκαν, οι μετανάστες κυνηγήθηκαν, οι διαφορετικοί εξορίστηκαν, εργάτες κι αγρότες λοιδορήθηκαν αγρίως. Κι έτσι η κοινωνία έμεινε μόνη και απροστάτευτη απέναντι σε μια εξουσία που ουδέποτε έκρυψε την..απέχθειά της γι' αυτή την κοινωνία· απέναντι στην ίδια εξουσία που υπηρετούσε (και υπηρετεί) με κυνική εθελοδουλεία τις επιταγές της αγοράς.
Πώς να ζητήσει τώρα η δημοσιογραφία, που βάλλεται από την ελίτ της αγοράς, βοήθεια από μια κοινωνία την οποία περιφρόνησε; Εντούτοις η κοινωνία αυτή οφείλει να γνωρίζει ότι δεν υπηρέτησαν όλοι οι δημοσιογράφοι τον κυνισμό και την αυταρχικότητα του συστήματος, ότι δεν ξεπούλησαν όλοι το (όποιο) είναι τους και την (όποια) ανεξαρτησία τους. Οι περισσότεροι μάλιστα ήσαν (και είναι) συνεπέστατοι στις αρχές της δεοντολογίας, τόσο στην έρευνα όσο και στα ρεπορτάζ και στην αρθρογραφία.
Αυτοί, όμως, επικαλύπτονταν από τη στίλβη και τα ξεφωνήματα όσων υπηρετούσαν το καπιταλιστικό θέαμα, αυτών που αμείβονταν με μυθώδη ποσά και από τη μια στιγμή στην άλλη μετακινούνταν, με απίστευτη ευκολία, σε θέσεις-κλειδιά της εξουσίας. Ετσι εύκολα μετακινούνταν μαζί τους άνθρωποι του θεάματος, του αθλητισμού και -μην ξεχνάμε- του συνδικαλισμού. Οπως και να 'χει η δημοσιογραφία σήμερα δέχεται την ανελέητη επίθεση της άρχουσας τάξης. Καιρός λοιπόν να θυμηθεί την καταγωγή της, να μαζέψει όποια κομμάτια αξιοπιστίας τής έχουν απομείνει, να στραφεί ξανά στην κοινωνία που κι αυτή δέχεται τη μεγαλύτερη επίθεση των τελευταίων δεκαετιών από την ίδια άρχουσα τάξη και, επιτέλους, ας έρθει σε σύγκρουση ανοιχτή. Ετσι κι αλλιώς δεν έχει πολλά να χάσει μετά την τόση συρρίκνωση γραπτού και ηλεκτρονικού Τύπου. Είναι ειρωνικό. Και αστείο. Την ώρα που το σύστημα επαίρεται για το δημοκρατικό παρελθόν και παρόν του, ταυτόχρονα επιτίθεται σε όσους τολμούν ακόμη να το αμφισβητούν και να αποκαλύπτουν τη διαφθορά του. Η επίθεση είναι παγκόσμια και αν τελικά είναι επιτυχής (αν... τέλος πάντων), μαύρες μέρες αναμένουν την ανθρωπότητα.
Γι' αυτό λοιπόν σήμερα είναι η μεγάλη ευκαιρία για τη δημοσιογραφία να ξεκινήσει την προσπάθεια επαναπόκτησης της αξιοπιστίας της και στη συνέχεια του κοινωνικού της ρόλου. Διότι, αν όχι σήμερα, πότε; Και η προσπάθεια οφείλει να είναι πανελλαδική, όλα τα μέσα πρέπει να γίνουν μια γροθιά, διαφορετικά δημοσιογραφία θα είναι τα δελτία Τύπου των φορέων εξουσίας (υπουργείων, αστυνομίας...), διαφορετικά το μέλλον θα είναι φαιό για την κοινωνία. Μόνο έτσι θα ξανακερδίσει τους αναγνώστες, που μόνοι τους, πελαγωμένοι στην αναξιοπιστία και σύγχυση του Internet, προσπαθούν να πληροφορηθούν ποια θα είναι η επόμενη επίθεση της εξουσίας εναντίον τους. Η δημοσιογραφία μπορεί να έχει τιμή. Είναι η υπογραφή, η υπευθυνότητα, η προσωπικότητα, η αντανάκλαση του κοινωνικώς πάσχοντος, ο φορέας αντίστασης της κοινωνίας, η ασπίδα της, αλλά και το δόρυ της, κυρίως το δεύτερο. Η κήρυξη μιας πανελλαδικής απεργίας διαρκείας θα δείξει τον δρόμο για τους αγώνες του μέλλοντος.
Eλευθεροτυπία / 17-12-2011
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η δημοσιογραφία έχει χάσει την αίγλη της, τον ελεγκτικό της ρόλο, την κοινωνική της αποστολή· έχει ξεχάσει την καταγωγή της δηλαδή.
Οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι συντελέσαμε σ' αυτή τη δραματική απώλεια, υποκύπτοντες στα μαγνάδια του καπιταλισμού (ταχύτατος πλουτισμός, αναγνώριση κοινωνική (!), πρόσβαση στον επιχειρηματικό κόσμο και στα υψηλά δώματα της εξουσίας, δωρεάν υπερατλαντικά ταξίδια, κοσμοπολιτισμός και λοιπά). Αποδεχτήκαμε τους νόμους της ελεύθερης αγοράς και δεν αντιδράσαμε όταν συνάδελφοί μας, στο ίδιο μέσον παρακαλώ, αμείβονταν με αστρονομικά ποσά, αδικαιολόγητα για τις γνώσεις τους και τον ρόλο τους. Οι πολλοί όχι μόνο δεν αντιδράσαμε, αλλά το θεωρούσαμε και φυσιολογικό(!).
Τα κοινωνικά κινήματα παραμελήθηκαν, οι μειονότητες χλευάστηκαν, οι μετανάστες κυνηγήθηκαν, οι διαφορετικοί εξορίστηκαν, εργάτες κι αγρότες λοιδορήθηκαν αγρίως. Κι έτσι η κοινωνία έμεινε μόνη και απροστάτευτη απέναντι σε μια εξουσία που ουδέποτε έκρυψε την..απέχθειά της γι' αυτή την κοινωνία· απέναντι στην ίδια εξουσία που υπηρετούσε (και υπηρετεί) με κυνική εθελοδουλεία τις επιταγές της αγοράς.
Πώς να ζητήσει τώρα η δημοσιογραφία, που βάλλεται από την ελίτ της αγοράς, βοήθεια από μια κοινωνία την οποία περιφρόνησε; Εντούτοις η κοινωνία αυτή οφείλει να γνωρίζει ότι δεν υπηρέτησαν όλοι οι δημοσιογράφοι τον κυνισμό και την αυταρχικότητα του συστήματος, ότι δεν ξεπούλησαν όλοι το (όποιο) είναι τους και την (όποια) ανεξαρτησία τους. Οι περισσότεροι μάλιστα ήσαν (και είναι) συνεπέστατοι στις αρχές της δεοντολογίας, τόσο στην έρευνα όσο και στα ρεπορτάζ και στην αρθρογραφία.
Αυτοί, όμως, επικαλύπτονταν από τη στίλβη και τα ξεφωνήματα όσων υπηρετούσαν το καπιταλιστικό θέαμα, αυτών που αμείβονταν με μυθώδη ποσά και από τη μια στιγμή στην άλλη μετακινούνταν, με απίστευτη ευκολία, σε θέσεις-κλειδιά της εξουσίας. Ετσι εύκολα μετακινούνταν μαζί τους άνθρωποι του θεάματος, του αθλητισμού και -μην ξεχνάμε- του συνδικαλισμού. Οπως και να 'χει η δημοσιογραφία σήμερα δέχεται την ανελέητη επίθεση της άρχουσας τάξης. Καιρός λοιπόν να θυμηθεί την καταγωγή της, να μαζέψει όποια κομμάτια αξιοπιστίας τής έχουν απομείνει, να στραφεί ξανά στην κοινωνία που κι αυτή δέχεται τη μεγαλύτερη επίθεση των τελευταίων δεκαετιών από την ίδια άρχουσα τάξη και, επιτέλους, ας έρθει σε σύγκρουση ανοιχτή. Ετσι κι αλλιώς δεν έχει πολλά να χάσει μετά την τόση συρρίκνωση γραπτού και ηλεκτρονικού Τύπου. Είναι ειρωνικό. Και αστείο. Την ώρα που το σύστημα επαίρεται για το δημοκρατικό παρελθόν και παρόν του, ταυτόχρονα επιτίθεται σε όσους τολμούν ακόμη να το αμφισβητούν και να αποκαλύπτουν τη διαφθορά του. Η επίθεση είναι παγκόσμια και αν τελικά είναι επιτυχής (αν... τέλος πάντων), μαύρες μέρες αναμένουν την ανθρωπότητα.
Γι' αυτό λοιπόν σήμερα είναι η μεγάλη ευκαιρία για τη δημοσιογραφία να ξεκινήσει την προσπάθεια επαναπόκτησης της αξιοπιστίας της και στη συνέχεια του κοινωνικού της ρόλου. Διότι, αν όχι σήμερα, πότε; Και η προσπάθεια οφείλει να είναι πανελλαδική, όλα τα μέσα πρέπει να γίνουν μια γροθιά, διαφορετικά δημοσιογραφία θα είναι τα δελτία Τύπου των φορέων εξουσίας (υπουργείων, αστυνομίας...), διαφορετικά το μέλλον θα είναι φαιό για την κοινωνία. Μόνο έτσι θα ξανακερδίσει τους αναγνώστες, που μόνοι τους, πελαγωμένοι στην αναξιοπιστία και σύγχυση του Internet, προσπαθούν να πληροφορηθούν ποια θα είναι η επόμενη επίθεση της εξουσίας εναντίον τους. Η δημοσιογραφία μπορεί να έχει τιμή. Είναι η υπογραφή, η υπευθυνότητα, η προσωπικότητα, η αντανάκλαση του κοινωνικώς πάσχοντος, ο φορέας αντίστασης της κοινωνίας, η ασπίδα της, αλλά και το δόρυ της, κυρίως το δεύτερο. Η κήρυξη μιας πανελλαδικής απεργίας διαρκείας θα δείξει τον δρόμο για τους αγώνες του μέλλοντος.
Eλευθεροτυπία / 17-12-2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η γνώμη σας μετράει για μάς