Είχα καιρό να γράψω, γιατί χάζευα τις ελπίδες που έφευγαν και εγώ έστεκα παράμερα, μήπως ξεπέσει καμιά και την κάνω δική μου.
Στον απέναντι λόφο, τα δένδρα αρνούνται να ρίξουν τα φύλλα τους και στέκουν εκεί δίπλα στα σπίτια σαν φύλακες. Από το μπαλκόνι του 6ου, κοιτάζω και προσπαθώ να στείλω μακριά το βλέμμα μου. Μακριά, πέρα από την θάλασσα. Να γίνουν χάρτινες βαρκούλες οι σκέψεις μου και να χαθούν πέρα, όπως τότε που ταξίδευα. Μα το μόνο που βλέπω είναι γκρεμίσματα.
Οι φίλοι μου, σκιές πια, στέκουν να παλεύουν με τον ήλιο που πάει να δύσει.
Ένα δάχτυλο, κάπου μου δείχνει, μα εγώ...
Αγωνία. Φωνές μέσα και συνδικαλιστικές κορώνες. Προτάσεις και παιχνίδια με ελιγμούς.
Και τώρα που ο χρόνος φεύγει τρέχοντας, εγώ να παραπαίω με μόνη συντροφιά στα αυτιά μου μια πρόταση του Σαίξπηρ, από τον Άμλετ : '' Μη θυμώνεις που είμαι αθώος, σε τόσο δύσκολους, εχθρικούς καιρούς''.Σε ποιον την λέω ? σε εσένα ? σε εμένα ? ή έτσι υπάρχει στα αυτιά μου για να με βασανίζει ? Μου μοιάζει η ζωή σαν ιός, που εξαπλώνετε και με καταβάλει. Σε τίποτα δεν θυμίζει τις παλιές μέρες. Ξύπνησα και ανέπνεα σαν από σύμπτωση. Τα μάτια βλέπουν, δεν βλέπουν. Τα πόδια, η μέση και ο αυχένας να πονάνε. Τώρα να σκύψω ? Τώρα ???
Τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια της ζωής μου έζησα μέσα από τους ανθρώπους. Υπήρξαν φορές, που έζησα και για αυτούς. Αγαπούσα τους χειμώνες και χανόμουν τα καλοκαίρια. Πετροβόλαγα τις άνοιξες και θαύμαζα τα φθινόπωρα. Έτρεχα στις παραλίες, εκεί που σκάει το κύμα και με σηκωμένα μπατζάκια χάλαγα τα κύματα που αποκαμωμένα έφταναν στην ακτή.
Τώρα που θέλω να χωθώ στους ανθρώπους, δεν βρίσκω τον δρόμο. Έχω χαθεί, μέσα σε φωνές και αγωνίες. Στριφογυρίζω εντός μου, σαν σκυλί που στο χώμα του δένδρου προσπαθεί να κάνει την ανάγκη του. Σκάβω να ξεθάψω τα όνειρά μου.
Κάποτε ονειρευόμουν. Τώρα μόνο θυμώνω και λυπάμαι.
Υπάρχει ένα αγεωγράφητο εντός μας, που ποτέ δεν προκύπτει, όσο ακολουθούμε πιστά την ίδια διαδρομή και μόλις η διαδρομή πάψει να υπάρχει, καμία πυξίδα, κανένα gps, δεν μπορεί να χαράξει πορεία. Μένω να εύχομαι, να είναι κάτι πρόσκαιρο. Μα ξέρω, πως με ευχές και προσευχές, θαύματα δεν γίνονται.
Μια δρασκελιά πανσέληνος, μα ακόμα ο ήλιος αντιστέκεται. Οι τελευταίες ακτίνες του λούζουν την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα. Μα εδώ, στον 6ο, τα φώτα έχουν ανάψει.
Ακούω μουσική και χάνομαι γιατί ρεμβάζω...
Σπύρος Τσακίρης
Στον απέναντι λόφο, τα δένδρα αρνούνται να ρίξουν τα φύλλα τους και στέκουν εκεί δίπλα στα σπίτια σαν φύλακες. Από το μπαλκόνι του 6ου, κοιτάζω και προσπαθώ να στείλω μακριά το βλέμμα μου. Μακριά, πέρα από την θάλασσα. Να γίνουν χάρτινες βαρκούλες οι σκέψεις μου και να χαθούν πέρα, όπως τότε που ταξίδευα. Μα το μόνο που βλέπω είναι γκρεμίσματα.
Οι φίλοι μου, σκιές πια, στέκουν να παλεύουν με τον ήλιο που πάει να δύσει.
Ένα δάχτυλο, κάπου μου δείχνει, μα εγώ...
Αγωνία. Φωνές μέσα και συνδικαλιστικές κορώνες. Προτάσεις και παιχνίδια με ελιγμούς.
Και τώρα που ο χρόνος φεύγει τρέχοντας, εγώ να παραπαίω με μόνη συντροφιά στα αυτιά μου μια πρόταση του Σαίξπηρ, από τον Άμλετ : '' Μη θυμώνεις που είμαι αθώος, σε τόσο δύσκολους, εχθρικούς καιρούς''.Σε ποιον την λέω ? σε εσένα ? σε εμένα ? ή έτσι υπάρχει στα αυτιά μου για να με βασανίζει ? Μου μοιάζει η ζωή σαν ιός, που εξαπλώνετε και με καταβάλει. Σε τίποτα δεν θυμίζει τις παλιές μέρες. Ξύπνησα και ανέπνεα σαν από σύμπτωση. Τα μάτια βλέπουν, δεν βλέπουν. Τα πόδια, η μέση και ο αυχένας να πονάνε. Τώρα να σκύψω ? Τώρα ???
Τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια της ζωής μου έζησα μέσα από τους ανθρώπους. Υπήρξαν φορές, που έζησα και για αυτούς. Αγαπούσα τους χειμώνες και χανόμουν τα καλοκαίρια. Πετροβόλαγα τις άνοιξες και θαύμαζα τα φθινόπωρα. Έτρεχα στις παραλίες, εκεί που σκάει το κύμα και με σηκωμένα μπατζάκια χάλαγα τα κύματα που αποκαμωμένα έφταναν στην ακτή.
Τώρα που θέλω να χωθώ στους ανθρώπους, δεν βρίσκω τον δρόμο. Έχω χαθεί, μέσα σε φωνές και αγωνίες. Στριφογυρίζω εντός μου, σαν σκυλί που στο χώμα του δένδρου προσπαθεί να κάνει την ανάγκη του. Σκάβω να ξεθάψω τα όνειρά μου.
Κάποτε ονειρευόμουν. Τώρα μόνο θυμώνω και λυπάμαι.
Υπάρχει ένα αγεωγράφητο εντός μας, που ποτέ δεν προκύπτει, όσο ακολουθούμε πιστά την ίδια διαδρομή και μόλις η διαδρομή πάψει να υπάρχει, καμία πυξίδα, κανένα gps, δεν μπορεί να χαράξει πορεία. Μένω να εύχομαι, να είναι κάτι πρόσκαιρο. Μα ξέρω, πως με ευχές και προσευχές, θαύματα δεν γίνονται.
Μια δρασκελιά πανσέληνος, μα ακόμα ο ήλιος αντιστέκεται. Οι τελευταίες ακτίνες του λούζουν την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα. Μα εδώ, στον 6ο, τα φώτα έχουν ανάψει.
Ακούω μουσική και χάνομαι γιατί ρεμβάζω...
Σπύρος Τσακίρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η γνώμη σας μετράει για μάς