Του
Μιχάλη
Σταθακόπουλου
Ότι έχω να πω είναι μια μικρή ιστορία, λίγες λέξεις που ελπίζω να μην κουράσουν. Μια ιστορία που ίσως την έχεις βιώσει κι εσύ συνάδελφε.
Στις εκλογές αυτές, θα ακούσεις (πάλι) πολλά. Τα περισσότερα βέβαια, θα εξαφανιστούν γρήγορα και θα μείνουν μονάχα τα φυλλάδια και τα ψηφοδέλτια. Όμως, η ιστορία μου και οι ιστορίες μας θα συνεχίσουν να υπάρχουν… Εάν εμείς το επιλέξουμε, φυσικά…
Να γράψω για την ιστορία σας, την ιστορία μας.
Εσάς που ο καθημερινός βραχνάς για την έκδοση δύο σημαντικών
περιοδικών στον κλαδικό τύπο είχε γίνει αμισθί εργασία. Όπως και ο δικός μου.
Απλήρωτοι εδώ και 5 μήνες και με κάθε είδους προσχήματα, απειλές και συκοφαντίες για να
συνεχίσουμε να δουλεύουμε χωρίς απαιτήσεις: Να αμειβόμαστε. Και χωρίς αξιοπρέπεια: να οφείλουμε να τα κάνουμε «όλα».
Ετσι είναι οι ισοπεδωτικές τακτικές, αν σε βρουν στην ανάγκη να σε πατήσουν
ακόμη περισσότερο.
Τα χρέη, μέχρι το λαιμό. Αδυνατούσαμε να ικανοποιήσουμε
ακόμη και βασικές ανάγκες. Ζούσαμε με δανεικά ή τίποτα. Κάτι λίγα «έτοιμα»
εξαφανίστηκαν γρήγορα. Εκεί που λυγίσαμε, όμως, ήταν όταν φτάσαμε στο σημείο να μην
έχουμε να πληρώσουμε ούτε το εισιτήριο του μετρό για να πάμε στο θέμα, στο
ρεπορτάζ…
Η μεγάλη μας αγάπη για την δημοσιογραφία γινόταν κόλαση.
Ξέρω, ξέρω, τις σκέψεις που πέρναγαν από το μυαλό σας συνάδελφοι. Κι εκείνο το:
«Αν θέλετε, εάν δεν θέλετε να φύγετε, να πάτε αλλού να
βρείτε δουλειά»
Εμείς, που τόσα χρόνια επαγγελματίες ζούσαμε για την δουλειά
μας. Τα αφήναμε όλα και τρέχαμε, από το πρωί ως το βράδυ.
Ξέρω, μας πήρε χρόνο να βρούμε τα κοινά που μας ενώνουν.
Δίπλα-δίπλα τα γραφεία μας, αλλά οι ματιές μας διαφορετικές. Οι σκέψεις μας
άγνωστες μεταξύ τους.
Μια μέρα σου είπα Θανάση: «Φτάνει. Δεν θα έρθω αύριο στη
δουλειά».
Μου είπες: «Έμεινα άνεργος 2 χρόνια, εγώ δεν μπορώ να μείνω
σπίτι. Θα έρχομαι στη δουλειά και θα διεκδικώ».
Ο άλλος μας φίλος, μετέωρος ανάμεσα στα δύο. Δεν ήμουν
σίγουρος για κανέναν. Έχω περάσει πολλά, ξέρω πόσο εύκολα ή δύσκολα λυγίζουν οι
άνθρωποι.
«Η γυναίκα σου άνεργη, μετά το κλείσιμο της ΕΡΤ. Τι θα
κάνεις;» μου ξαναείπες.
«Προτιμώ να πεθάνω της πείνας αλλά να διεκδικήσω» σου
ξαναείπα. «Δεν διεκδικείς με το να δουλεύεις με 50 ή 100 ευρώ κάθε δέκα μέρες».
«Κι αν…» πολλά αν… Ο φόβος του εργαζόμενου να ζητήσει το
δίκιο του. Σωματεία δεν υπάρχουν, οι αντεργατικοί νόμοι, ο φόβος του «μαύρου»
που θα μας πάρει τη θέση, χίλια κι ένα αν… για να αναβάλλουμε κατά βάθος το
αυτονόητο. Να ζητήσουμε αυτά που μας ανήκουν.
Όμως ήσουν μαζί μου σε όλα… διεκδικήσαμε ότι μας έδινε ο
νόμος
Τα αυτοκίνητα της ΕΛΑΣ, έξω απο την Επιθεώρηση Εργασίας τον Δεκέμβριο του 2014
Στην Επιθεώρηση Εργασίας μας περίμενε η αστυνομία. Θυμάσαι;
Μας πήρε τα ονόματα, μας περίμενε μέχρι να αποχωρήσουμε κατά την επίλυση της
εργατικής διαφοράς. Αντιδράσαμε.
Τότε κατάλαβες… Γυάλισε το μάτι σου. Και του φίλου μας.
Ενημερώσαμε τα Σωματεία μας. Εγώ την ΕΣΗΕΑ, εσείς την ΕΣΠΗΤ. Φτάσαμε μέχρι την
ΠΟΕΣΥ. Και αποφασίσαμε να διεκδικήσουμε τα πάντα.
Μαζί πήγαμε στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής να
καταγγείλουμε την μη οφειλή του δώρου Χριστουγέννων. Δεν μας δέχτηκαν. Ο
εισαγγελέας υπηρεσίας επικαλέστηκε κάποιο νόμο του Υπουργείου Εμπορίου!!!
Πήγαμε σε γειτονικό αστυνομικό τμήμα. Δήλωσαν αναρμόδιοι.
Μετά ξαναγυρίσαμε στο πρώτο ΑΤ. Ο αξιωματικός υπηρεσίας, είχε αλλάξει βάρδια.
Επιτέλους δέχτηκαν τη μήνυση.
Με ρώτησες: «Θα νικήσουμε; Θα νικήσουμε ρε;»
«Έχουμε ήδη νικήσει. Πάμε. Προτιμώ απλήρωτος παρά
βουτηγμένος στην αναξιοπρέπεια» είπε ο φίλος μας.
Αν πεινάσαμε φίλε; Πεινάσαμε στ αλήθεια, δεν είναι ντροπή.
Αλλά επιτέλους είχαμε βρει τα πατήματά μας. Οι σκέψεις μας είχαν γίνει ένα…
Εκείνο το μάτι που γυάλιζε, θυμάμαι. Η απελπισία που έγινε τόλμη.
Λίγους μήνες αργότερα, στην Συνέλευση της ΕΣΠΗΤ, ήσουν εκεί.
Γύρισες και με κοίταξες: «Θ ανέβω επάνω, στο βήμα. Θα
μιλήσω. Θα τα πω». Σου έγνεψα ναι, όπως και ο άλλος φίλος μας. Κι όταν
ανέβηκες, νικητής πια, έδωσες στον κόσμο να καταλάβει.
Μας έδειξες. «Να, εκεί κάθονται οι συνάδελφοι μου, με το
Σίγμα, κεφαλαίο». Μας χειροκρότησαν φίλε, θυμάσαι;
O Θανάσης στην συνέλευση της ΕΣΠΗΤ, τον Απρίλιο του 2015
Ένα από τα ελάχιστα παραδείγματα μέσα στις τόσες σφαλιάρες.
Πληρωμένοι πια στην ώρα μας, δικαιωμένοι, πείσαμε ακόμα και τον εργοδότη πως το
δίκιο ήταν με το μέρος μας. Να διεκδικούμε πια το αυτονόητο. Εκεί φτάσαμε.
Πείσαμε και τα Σωματεία μας, πως όταν εμείς ήμασταν αυτοί
που έπρεπε, ήταν μαζί μας.
Και ήταν εκεί, θυμάσαι;
Εχει πολλές ανηφοριές ακόμα η ιστορία. Ξέρω, ξέρω, και είναι
πολλά που δεν είπα συνάδελφε από αυτά που περάσαμε. Και λαθραία περιοδικά πήγαν
να βγάλουν, και «μαύρους» έφεραν, και με «συναδέλφους» είχαμε να κάνουμε κτλ.
Αλλά να με συμπαθάς, τα ξέχασα όλα μπροστά σε αυτό που
είχαμε υποσχεθεί ο ένας στον άλλον και οι τρείς: «ή όλοι θα γυρίσουμε στη
δουλειά ή κανένας».
«Νικήσαμε ρε, νικήσαμε», να το θυμάσαι…
Αφιερωμένο στον Θανάση και το Νίκο.
Κι ένα μεγάλο «ευχαριστώ» στη Νανά…
Κι ένα μεγάλο «ευχαριστώ» στη Νανά…
Συνάδελφε, όποια κοινή μοίρα κι αν μας ενώνει ή μας χωρίζει,
δεν έχεις χάσει αν εσύ δεν το επέλεξες. Κοινός μας δρόμος η διεκδίκηση. Δεν
έχουμε κάτι άλλο. Και η πίστη. Η λέξη ΜΑΖΙ. Όποιος σε έβγαλε από το επάγγελμα,
μην τον ξεχνάς. Πλήρωσε τον με το ίδιο νόμισμα.
Όχι άλλες ήττες.
Μιχάλης Σταθακόπουλος-Υποψήφιος για το ΔΣ με τους Μαχόμενους
(τι άλλο)
Μέλος του Γενικού Συμβουλίου της ΠΟΕΣΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η γνώμη σας μετράει για μάς